- δακτυλιοειδές ρεύμα
- Ηλεκτρικό ρεύμα που ρέει προς τα δυτικά γύρω από τη Γη. Το ρεύμα αυτό οφείλεται σε μια ροή ηλεκτρονίων προς τα ανατολικά και μια ροή πρωτονίων προς τα δυτικά που έχουν παγιδευτεί στις ζώνες ακτινοβολίας Βαν Άλεν. Εξαιτίας της ροής αυτής του ρεύματος δημιουργείται ένα μαγνητικό πεδίο που εξουδετερώνει ένα μέρος του γεωμαγνητικού πεδίου στην επιφάνεια της Γης. Κατά τη διάρκεια γεωμαγνητικών καταιγίδων, όταν στις ζώνες Βαν Άλεν εισρέουν πάλι φορτισμένα σωμάτια, το αυξημένο δ.ρ. προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη ελάττωση της έντασης του μαγνητικού πεδίου πάνω στην επιφάνεια της Γης.
Dictionary of Greek. 2013.